Τι γίνεται, όταν το αίτημα στην ψυχοθεραπεία είναι “φοβάμαι να προχωρήσω σε σχέση”; Γιατί η δέσμευση της συντροφικότητας φοβίζει τους ανθρώπους; Γιατί διστάζουν να εκφράσουν αβίαστα τα συναισθήματα και τις σκέψεις τους; Τι εννοούμε, όταν μιλάμε για το φόβο της δέσμευσης;
άκουσε το σε podcast
Εσωτερικός και εξωτερικός κόσμος και φόβος της δέσμευσης
Ο εσωτερικός συναισθηματικός κόσμος του ατόμου, η στάση, οι αντιλήψεις για τη ζωή και τους ανθρώπους, οι προσωπικές ανάγκες και επιθυμίες είναι τα βασικά στοιχεία που συγκροτούν την έννοια του εαυτού. Το άτομο δομεί με τέτοιο τρόπο τον εσωτερικό του κόσμο, ώστε να μπορεί να επικοινωνεί με τον εξωτερικό κόσμο αποτελεσματικά και να είναι λειτουργικό. Η αυτοεικόνα του είναι κομβικής σημασίας για τον τρόπο που θα επιλέξει να επικοινωνήσει με το περιβάλλον του.
Όταν αναδύεται η επιθυμία της σύνδεσης σε ένα πιο προσωπικό επίπεδο, τότε η ισορροπία που έχει χτίσει το άτομο μεταξύ εσωτερικού και εξωτερικού κόσμου διαταράσσεται. Από τη μία υπάρχει η έντονη επιθυμία να εκφραστούν συναισθήματα. Δημιουργείται ερωτική/σεξουαλική έλξη. Το μοίρασμα κοινών εμπειριών γίνεται μια ακατανίκητη ανάγκη. Από την άλλη δημιουργείται ο φόβος της έκθεσης, η αίσθηση της ευαλωτότητας, ακόμη και μια απροσδιόριστη αίσθηση κινδύνου, καθώς ο εσωτερικός εαυτός εξωτερικεύεται προς το άτομο που μονοπωλεί το ενδιαφέρον.
Πολλοί άνθρωποι προτιμούν σε τέτοιες περιπτώσεις να προχωρήσουν προσεκτικά. Υπάρχει μια διάχυτη δυσπιστία. Προτιμούν να διερευνήσουν πρώτα τις προθέσεις του άλλου ατόμου, να κρατήσουν «κλειστά τα χαρτιά» τους μέχρι να ανοίξει τα δικά της η άλλη πλευρά. «Φοβάμαι ότι θα πληγωθώ», «δε θέλω να δείξω τα συναισθήματα που νιώθω για εκείνον/η, γιατί τότε θα με έχει του χεριού του/της και θα με κάνει ότι θέλει». «Έχω πληγωθεί πολύ στην προηγούμενη σχέση μου και δε θέλω να την πατήσω ξανά», «δεν θέλω να βιώσω και πάλι την απόρριψη». Αυτά είναι μερικά δείγματα του φόβου της δέσμευσης.
Χαρακτηριολογικά στοιχεία προσωπικότητας
Η εσωστρέφεια/εξωστρέφεια είναι χαρακτηριστικά προσωπικότητας που κάνουν αντίστοιχα πιο δύσκολη ή πιο εύκολη την προσέγγιση και το προσωπικό «άνοιγμα» προς το πρόσωπο του ενδιαφέροντος. Το άτομο που χαρακτηρίζεται εσωστρεφές θα διακατέχεται πάντα από μια συστολή, όταν νιώθει την επιθυμία να εκφραστεί. Αντίθετα η εξωστρέφεια το κάνει πιο εύκολο.
Άτομα με αγχώδη/ανασφαλή χαρακτηριστικά προσωπικότητας θα διακατέχονται από δυσπιστία και έλλειψη εμπιστοσύνης προς τους άλλους, όταν θα νιώσουν την επιθυμία για συναισθηματική εγγύτητα. Θα λειτουργήσουν αποφευκτικά στην προοπτική της δέσμευσης σε μία σχέση.
Προσωπικά βιώματα
Τα πρότερα βιώματα καθορίζουν την ετοιμότητα ή μη για δέσμευση σε μία σχέση. Άτομα που δεν έχουν αυτονομηθεί επαρκώς στη δική τους οικογένεια θα διστάσουν περισσότερο στην πρόκληση της δέσμευσης. Άτομα που είναι συναισθηματικά ή πρακτικά φροντιστές γονιών επίσης θα διστάσουν να δεσμευτούν στην προσωπική τους ζωή. Εδώ ο φόβος της δέσμευσης θα είναι πιο έντονος.
Παράδειγμα, μια σοβαρή ασθένεια του γονιού που κρατάει το παιδί σε μια συνεχή συναισθηματική φροντίδα. Ή η απροθυμία του γονιού να αφήσει το ενήλικο παιδί να αυτονομηθεί. Άτομα που δεν είχαν την ευκαιρία να φροντίσουν τις δικές τους ανάγκες, να θέσουν προσωπικούς στόχους, να ακολουθήσουν τις επιθυμίες τους, θα δυσκολευτούν με τη δέσμευση και θα την αποφύγουν.
Σε επίπονα ή και τραυματικά βιώματα σε προηγούμενες σχέσεις, όπως απότομος και μονομερής χωρισμός, ξαφνικός θάνατος, συναισθηματική, σωματική ή ψυχολογική κακοποίηση, εγκατάλειψη με τραυματικό τρόπο, ο φόβος για μια νέα δέσμευση είναι πολύ ισχυρός. Ο προφανής λόγος είναι, ότι το άτομο φοβάται την επανάληψη των ίδιων βιωμάτων. Για το λόγο αυτό είναι πολύ σημαντικό να δουλευτούν αυτά τα βιώματα σε ένα πλαίσιο ψυχοθεραπείας. Έτσι ώστε η επιθυμία της σχέσης να μην αποτελεί μία απειλητική προοπτική.
Τέλος, το μοντέλο συντροφικότητας που έχει βιωθεί στην οικογένεια από τους γονείς θα καθορίσει την ετοιμότητα ή μη του ατόμου για δέσμευση. Για παράδειγμα μία κακή συντροφική σχέση των γονιών μπορεί να δημιουργήσει φοβικές/αποφευκτικές συμπεριφορές στη συντροφική σχέση που θα (θελήσει να) δημιουργήσει το ίδιο το άτομο.
Προσδοκίες και φαντασιώσεις
Οι συμβιβασμοί που απαιτούνται σε μια συντροφική σχέση είναι ένας παράγοντας που επηρεάζει επίσης πόσο τα άτομα θέλουν να δεσμευτούν ή όχι. Υπάρχει συχνά ο φόβος ότι θα χαθεί η αυτονομία, θα περιοριστούν τα προνόμια του «κάνω ότι θέλω, όποτε θέλω». Άλλες φορές κυριαρχεί η φαντασίωση ότι θα υπάρχει έλεγχος της μιας πλευράς προς την άλλη και υποχρεώσεις που οι σύντροφοι δεν έχουν επιλέξει.
Όλα τα παραπάνω συνδέονται με τις ευρύτερες προσδοκίες και τις φαντασιώσεις που έχουν τα άτομα σε ότι αφορά τη συντροφική σχέση. Πολύ συχνά οι προσδοκίες του ενός δεν συμβαδίζουν με τις προσδοκίες του άλλου. Έτσι προτιμούν οι σύντροφοι να μη δεσμευτούν περισσότερο. Όταν άλλα περιμένει ο ένας και άλλα ο άλλος δημιουργείται ασυμφωνία που μπορεί να οδηγήσει στην απόσυρση. Χαρακτηριστικό παράδειγμα: ένας/μία από τους/τις δύο συντρόφους επιθυμεί η σχέση να γίνει πιο επίσημη (π.χ. γάμος), ενώ ο/η άλλος/η σύντροφος δε νιώθει έτοιμος/η να προχωρήσει. Σε μια τέτοια φάση μπορεί να κυριαρχήσει φόβος για την περαιτέρω δέσμευση και να υπάρξει ακόμη και χωρισμός.
Ο ρόλος της ψυχοθεραπείας
Στο ψυχοθεραπευτικό δωμάτιο στα πλαίσια της συνεργασίας με την ψυχολόγο – σύμβουλο σχέσης θα δουλευτούν όλες οι παράμετροι που εμποδίζουν το άτομο να προχωρήσει συντροφικά. Ο φόβος της δέσμευσης θα αρχίσει σταδιακά να αποδομείται. Θα δουλευτεί ψυχοθεραπευτικά η αυτοεικόνα, οι πεποιθήσεις γύρω από την έννοια της συντροφικής σχέσης, οι προσδοκίες από τον ίδιο τον εαυτό ως σύντροφο.