Πολύ συχνά οι άνθρωποι τείνουν να παθολογικοποιούν συμπεριφορές που στην ουσία ανήκουν στο φάσμα της κανονικότητας, ακόμη και αν κάποιες φορές αποκλίνουν.
Για να φτάσει μια συμπεριφορά να αποκλίνει σε βαθμό που να εντάσσεται στην κατηγορία των ψυχικών διαταραχών πρέπει να πληροί πολύ συγκεκριμένα κριτήρια βάσει των διεθνών επιστημονικών διαγνωστικών εργαλείων (DSM και ICD). Κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τη “διάσημη” -πια- Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ – OCD – Obsessive Compulsive Disorder). Ακούμε όλο και πιο συχνά εκφράσεις του τύπου “πρέπει όλα να τα έχω σε τάξη – έχω κι εγώ το OCD μου”, “ναι ξέρω είναι το OCD μου που με κάνει να πρέπει να ελέγχω τα πάντα πριν φύγω από το σπίτι” και λοιπά. Τέτοιου τύπου συμπεριφορές ωστόσο ΔΕΝ παραπέμπουν στην ύπαρξη ΙΨΔ. Τι είναι λοιπόν και ποια τα συμπτώματα της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής;
Τι είναι η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ – OCD)
Η Ιδεοψυχαναγκαστική Διαταραχή (ΙΨΔ – OCD) είναι μια νευροψυχιατρική διαταραχή κατά την οποία διαταράσσεται η καθημερινότητα και η φυσιολογική ροή της ζωής του ατόμου. Αυτό γίνεται εξαιτίας μια έντονης, επίμονης και συνεχούς αμφιβολίας για τα πάντα. Η κατάσταση που βιώνει το άτομο γίνεται φανερή μέσω επαναλαμβανόμενων σκέψεων (ιδεοληψίες ή ψυχαναγκασμοί) και συμπεριφορών (καταναγκαστικές πράξεις ή καταναγκασμοί). Η ΙΨΔ μπορεί να διαγνωσθεί μόνο από επαγγελματίες ψυχολόγους και ψυχιάτρους.
Σε ότι αφορά την αιτία εμφάνισης συμπτωμάτων της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ – OCD), οι έρευνες παραπέμπουν σε διαταραχή της λειτουργίας του εγκεφάλου. Η συγκεκριμένη σχετίζεται με έναν νευροδιαβιβαστή (ένας χημικός αγγελιοφόρος μεταξύ των νευρώνων του εγκεφάλου) που ονομάζεται σεροτονίνη. Επίσης η αιτιολογία μπορεί να συσχετίζεται και με γονιδιακούς παράγοντες (κληρονομικότητα). Αλλά και με συμβάντα στη ζωή του ατόμου που επηρεάζουν επιβαρυντικά τον ψυχισμό (θάνατος, σοβαρή ασθένεια, ανεργία, χωρισμός κλπ.).
Τα συμπτώματα της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ – OCD) – ιδεοληψίες και καταναγκαστικές πράξεις
Όταν μιλάμε για ιδεοληψίες (ή ψυχαναγκασμούς) αναφερόμαστε σε σκέψεις, εικόνες ή παρορμήσεις που εισβάλλουν επίμονα στη συνείδηση χωρίς να το επιθυμεί το άτομο (ακούσια). Κατά συνέπεια νιώθει ότι δεν έχει τον έλεγχο, τις αντιμετωπίζει ως ενοχλητικές, αναγνωρίζει ότι είναι παράλογες και θέλει να απαλλαγεί από αυτές. Καταβάλλεται από έντονα συναισθήματα αμφιβολίας, φόβου και απειλής. Όσο προσπαθεί να απαλλαγεί από τις ενοχλητικές σκέψεις, τόσο αυτές αυξάνονται και εντείνουν το αίσθημα ενός φόβου, ότι κάτι κακό μπορεί να συμβεί.
Οι πιο συνηθισμένες ιδεοληψίες έχουν να κάνουν με
- Μόλυνση (ανησυχία προσβολής από μικρόβια, βρωμιά, ακαθαρσία, χημικές ουσίες καθαριστικών, σωματικά υγρά, ασθένεια).
- Απώλεια ελέγχου (φόβος παρορμητικών ενεργειών που θα βλάψουν τους άλλους ή τον εαυτό, φόβος ότι το άτομο θα προβεί σε κλοπή, φόβος παρείσφρησης βίαιων εικόνων στο μυαλό).
- Τελειομανία (υπερβολική έγνοια για ομοιομορφία, συμμετρία, ακρίβεια, έντονη ανάγκη να γνωρίζει ή να θυμάται κάτι, φόβος ότι θα ξεχάσει σημαντικές πληροφορίες κ.α.).
- Πρόκληση κακού (φόβος ότι υπάρχει ατομική ευθύνη για ένα καταστροφικό γεγονός, φόβος ότι θα βλάψει άλλο άτομο από απροσεξία).
- Σεξουαλικές ιδεοληψίες (απαγορευμένες σεξουαλικές σκέψεις ή εικόνες και παρορμήσεις προς άλλα άτομα, ιδεοληψίες για ομοφυλοφυλία ή σεξουαλική κακοποίηση).
- Θρησκευτικές ιδεοληψίες (έγνοια να μην εξοργίσει το Θεό, να μη βλασφημήσει, υπερβολική ενασχόληση με το σωστό / λάθος, ηθικό / ανήθικο).
Οι καταναγκαστικές πράξεις (ή καταναγκασμοί) γίνονται ενσυνείδητα (εκούσια) και είναι το αποτέλεσμα των ιδεοληψιών που βασανίζουν το άτομο. Δηλαδή, καταφεύγει στις καταναγκαστικές πράξεις για να μειώσει το αίσθημα αμφιβολίας, φόβου και απειλής που βιώνει έχοντας τις ιδεοληψίες. Οι καταναγκαστικές πράξεις χωρίζονται σε δύο υποκατηγορίες: τις φανερές και τις νοερές. Οι φανερές είναι συμπεριφορές που μπορεί ο καθένας να παρατηρήσει, ενώ οι νοερές γίνονται στο μυαλό και δεν είναι παρατηρήσιμες. Ως πράξεις απαιτούν πολύ χρόνο και δυσκολεύουν σημαντικά την καθημερινότητα του ατόμου.
Οι πιο συνηθισμένες φανερές καταναγκαστικές πράξεις έχουν να κάνουν με
- Καθαριότητα (πλύσιμο χεριών συχνά, για πολλή ώρα και με συγκεκριμένο τρόπο, υπερβολή στην προσωπική υγιεινή, την καθαριότητα οικιακών ή άλλων αντικειμένων, πράξεις που μειώνουν την πιθανότητα μόλυνσης).
- Έλεγχος / επιβεβαίωση (αν έχει συμβεί κάτι καταστροφικό, κάποιο λάθος, έλεγχος της σωματικής κατάστασης, επιβεβαίωση ότι το άτομο δεν έχει βλάψει κάποιο άλλο άτομο ή τον εαυτό, λέει / ρωτάει το ίδιο πράγμα για να λάβει επιβεβαίωση).
- Επανάληψη (ξαναγράφει ή ξαναδιαβάζει κάτι, σωματικές κινήσεις, όπως χτύπημα δαχτύλων, άγγιγμα αντικειμένων / ατόμων, δραστηριότητες όπως να μπει και να βγει, να ανέβει και να κατέβει σκάλες).
- Συσσώρευση αντικειμένων στο σπίτι που οδηγεί σε ακαταστασία (hoarding).
- Ανακατάταξη αντικειμένων μέχρι να είναι στη σωστή θέση.
- Αποφυγή καταστάσεων που μπορεί να οδηγήσουν σε ψυχαναγκασμούς.
Συχνές νοερές καταναγκαστικές πράξεις έχουν να κάνουν με
- Νοερή ανασκόπηση γεγονότων για να αποφευχθεί κάτι κακό.
- Προσευχή με σκοπό να αποφευχθεί μια καταστροφή.
- Μέτρημα κατά τη διάρκεια μιας ενέργειας για να οδηγήσει σε “καλό” αριθμό.
- Ακύρωση ή διαγραφή, όπως αντικατάσταση μιας “κακής” λέξης με κάποια “καλή” για να ακυρωθεί η πρώτη.
Η θεραπεία στα άτομα με συμπτώματα Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ – OCD)
Η ΙΨΔ αντιμετωπίζεται θεραπευτικά τόσο με φαρμακευτική αγωγή όσο και με ψυχοθεραπεία είτε ξεχωριστά είτε συνδυαστικά. Η φαρμακευτική αγωγή παρακολουθείται από ψυχίατρο, όπου αξιολογείται σε τακτά χρονικά διαστήματα η αποτελεσματικότητα της αγωγής.
Ψυχοθεραπευτικά τα καλύτερα αποτελέσματα παρουσιάζει η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία. Σύμφωνα με αυτή το άτομο μαθαίνει νέες τεχνικές για να διαχειρίζεται τα συμπτώματα της Ιδεοψυχαναγκαστικής Διαταραχής (ΙΨΔ – OCD). Όπως είδαμε παραπάνω αυτά αφορούν τις ιδεοληψίες και τις καταναγκαστικές πράξεις.
Μία από τις τεχνικές αυτές είναι η Έκθεση με Παρεμπόδιση της Αντίδρασης (Ε.μΠ.Α). Η τεχνική περιλαμβάνει δύο στάδια. Στο πρώτο στάδιο το άτομο εκτίθεται σταδιακά και επαναλαμβανόμενα στις καταστάσεις που προκαλούν φόβο και αίσθημα αμφιβολίας. Στο δεύτερο στάδιο παρεμποδίζεται η αντίδραση, δηλαδή οι καταναγκαστικές πράξεις. Η εφαρμογή γίνεται με τη στενή συνεργασία και παρακολούθηση της ψυχοθεραπεύτριας και μπορεί να λάβει χώρα και σε συνθήκες έξω από το χώρο του γραφείου. Η συχνότητα των συνεδριών ανάλογα με τη βαρύτητα της διαταραχής μπορεί να είναι στο ξεκίνημα της θεραπείας μέχρι και 3 φορές την εβδομάδα. Σταδιακά μαθαίνει το άτομο να εκτίθεται μόνο του στα φοβικά ερεθίσματα και να παρεμποδίζει μόνο του την αντίδραση.
Η αποτελεσματικότητα της γνωσιακής – συμπεριφορικής ατομικής θεραπείας εξαρτάται από την έγκυρη εκπαίδευση και εμπειρία της ψυχοθεραπεύτριας. Για αυτό είναι σημαντικό να γίνει η σωστή επιλογή επαγγελματία ψυχικής υγείας. Ωστόσο είναι σημαντικό να τονιστεί, ότι δεν επωφελούνται όλοι οι πάσχοντες από τη συγκεκριμένη θεραπεία. Καθώς όμως δεν είναι εφικτό να εκτιμηθεί εξατομικευμένα και εκ των προτέρων η αποτελεσματικότητα της μεθόδου, συνίσταται να ακολουθείται οπωσδήποτε η γνωσιακή – συμπεριφορική θεραπεία είτε παράλληλα με ψυχοφαρμακευτική αγωγή είτε όχι, αναλόγως την περίπτωση.